Στα βραχυκυκλώματα καίγονται ασφάλειες! Και
είναι προφανές ότι στην περίπτωση Κοτζιά εκδηλώθηκε ένα βραχυκύκλωμα σαν
αποτέλεσμα των πολλαπλών αντιθέσεων που διατρέχουν και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις
που παρεμβαίνουν όλο και πιο άγρια στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή αλλά
και τις αστικές τάξεις και τις κυρίαρχες δυνάμεις της περιοχής. Καθώς η αστική
τάξη αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα αυτού του άγριου και επικίνδυνου κυκλώματος, με
την κυβέρνηση να τα έχει «δώσει όλα» για να γίνει καθοριστικός παράγοντας
υπηρέτησης των αμερικάνικων σχεδιασμών, δεν είναι καθόλου ανεξήγητο το «κάψιμο»
του έλληνα ΥΠ.ΕΞ.
Συνεπώς η αιτία, ακόμα και η αφορμή της
παραίτησης Κοτζιά καθόλου δεν είναι η «διαμάχη για τα μυστικά κονδύλια» που θα
παραμείνουν πάντα μυστικά και «βρώμικα» γιατί χρηματοδοτούν τη διπλωματία των
ιμπεριαλιστών και των υποτακτικών τους που ασκείται με κάθε πιθανό τρόπο. Αυτή
η φιλολογία που χρησιμοποιείται για να συγκαλύψει τις πραγματικές και άγριες
διαστάσεις του ζητήματος, σύντομα θα ξεχαστεί και θα ξεπεραστεί καθώς η
αναταραχή θα γνωρίζει νέα επεισόδια και νέες εκφράσεις.
Το τι συγκεκριμένα χρεώθηκε ο Κοτζιάς μέσα σε αυτό το πλαίσιο
της αναταραχής ίσως να φανεί καλύτερα στο επόμενο διάστημα. Γράφτηκε, μεταξύ
άλλων, η χρέωσή του για υπερβολική σύμπλευση με το Ισραήλ και μεγάλη
απομάκρυνση από την παλαιστινιακή πλευρά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ΥΠ.ΕΞ.
στοιχήθηκε με το Τελ Αβίβ ακόμα και στην υπόθεση της πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ
και τις σφαγές στη Γάζα. Ωστόσο μια τέτοια πολιτική ήταν αναγκαία για την
κυβέρνηση, που με το μαντρόσκυλο των ΗΠΑ κοντράρει τον ανταγωνιστή της, την
Τουρκία! Μια κάποια διαφοροποίηση σε αυτή την κυβερνητική επιλογή μάλλον
προϋποθέτει ένα χαμήλωμα των τόνων στους εκβιασμούς των ΗΠΑ έναντι της
Τουρκίας.
Αυτό για το οποίο υπάρχει περισσότερη δόση αλήθειας (ή πιο σωστά
αστικής ανησυχίας) είναι η επισήμανση που γίνεται για το ότι ο Κοτζιάς χρεώθηκε
προσωπικά την αντί-ρώσικη ελληνική στάση καθώς φέρει την ευθύνη των απελάσεων των
ρώσων διπλωματών. Ωστόσο, και εδώ εκδηλώνονται τα αδιέξοδα των πολιτικών της
εξάρτησης και της υποτέλειας. Από τη μια, η κυβέρνηση έχει δημοσίως ανακοινώσει
ότι ασκεί μια πολιτική που υπηρετεί για λογαριασμό των ΗΠΑ «την απόκρουση της
ρώσικης διείσδυσης στα Βαλκάνια». Από την άλλη, η κυβέρνηση και συνολικά η
αστική τάξη έχει την ανάγκη μιας έμμεσης έστω «στήριξης» της Ρωσίας απέναντι
στην Τουρκία για τα πιο θερμά ζητήματα (Αιγαίο, Κύπρος) του αντιδραστικού
ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού. Πρόκειται για μια στήριξη που ο ρώσικος
ιμπεριαλισμός μπορεί να «δίνει» στα πλαίσια των δικών του συμφερόντων και
επιδιώξεων στη ΝΑ Μεσόγειο και στην Κύπρο ακόμα και με τη μορφή της
«ενημέρωσης» της ελληνικής πλευράς. Ωστόσο, είναι φανερό ότι το ταξίδι Τσίπρα
στη Μόσχα γίνεται με ιδιαίτερα αρνητικούς όρους για τον ίδιο, ακριβώς γιατί η
κυβέρνησή του έχει αναδειχτεί σε «πρωταθλητή» υπηρέτησης των Αμερικάνων. Σε
αυτό το «αναγκαστικό» ταξίδι είναι ένα ερώτημα αν και πόσο μπορεί να βοηθηθεί
από το γεγονός ότι έπαυσε τον υπουργό που απέλασε τους ρώσους διπλωμάτες.
Εξάλλου, είναι ένα ζήτημα αν η ελληνική πλευρά μπορεί να εγγυηθεί ότι θα
συνεχίσει την «καλή στάση» απέναντι στη Ρωσία στα ψηφίσματα για τις κυρώσεις
που συχνά πυκνά η Δύση φέρνει εξαιτίας της Κριμαίας και του γενικότερου
ανταγωνισμού. Είναι προφανές –από τα κηρύγματα Πάϊατ έως τα δημοσιεύματα των
Νιου Γιορκ Τάιμς– ότι τα περιθώρια των μικρών ελιγμών διαρκώς στενεύουν.
Για το λαό μας, σε ένα ζήτημα συγκεντρώνεται το πραγματικό
πρόβλημα. Όλα τα προηγούμενα χρόνια, από το 2010 ως σήμερα αποδείχτηκε ότι όλες
οι κυβερνήσεις (από τις μεγάλες πασοκικές μέχρι τις ευρύτερες «εθνικές» με
«αριστερή» τσόντα και από τις ειδικού σκοπού ως τις παρ’ ολίγον μεταβατικές)
μπορούν να χτυπάνε τα λαϊκά εργατικά δικαιώματα, να ληστεύουν τον πλούτο της
χώρας, να μετατρέπουν τη χώρα σε πλατφόρμα των ιμπεριαλιστικών σχεδίων και
πολέμων. Αυτό που μένει να αποδειχτεί ξανά στη σημερινή εποχή και περίοδο είναι
αυτό που ιστορικά ισχύει: Ότι ο λαός και η εργατική τάξη μπορούν απέναντι σε
κάθε κυβέρνηση να αντιστέκονται, να διεκδικούν, να αποσπούν κατακτήσεις, να
διαμορφώνουν όρους αλληλεγγύης και κοινής πάλης με τους γειτονικούς λαούς.
Για αυτό το ζητούμενο απαιτείται
αντικαπιταλιστική-αντιιμπεριαλιστική–αντισυνδιαχειριστική γραμμή, απαιτείται
συγκρότηση των λαϊκών και εργατικών μαζών στη βάση των δικών τους συμφερόντων.
Αυτό το ζητούμενο είναι ολοένα και περισσότερο ανάγκη της σημερινής εποχής και
γι αυτό πρέπει να αγωνιστούμε επίμονα και αποφασιστικά με εμπιστοσύνη στο λαό
και στις δυνάμεις του.
ΠΣ 20.10.18
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου