Η συμπλήρωση
100 χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή έχει γίνει η αφορμή για να ανοίξει η
συζήτηση πάνω στο κορυφαίο ιστορικό γεγονός και τη σύνδεσή του με την εποχή
μας. Οι απόψεις που κυριαρχούν, στην πραγματικότητα δικαιολογούν τόσο το
παρελθόν, όσο –και κυρίως- και το παρόν της άρχουσας τάξης της χώρας.
Επιγραμματικά, υπάρχει η προσέγγιση που μένει στο δράμα των προσφύγων (συνήθως μόνο των Ελλήνων, όχι των τουρκομουσουλμάνων), χωρίς να αγγίζει τους λόγους για τους οποίους ξεριζώθηκαν σχεδόν δυο εκατομμύρια άνθρωποι και έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης στις νέες τους πατρίδες. Αρκετές φορές εκφράζεται ένας επιλεκτικός ανθρωπισμός, που ξεχωρίζει τους πρόσφυγες σε αποδεκτούς (Μικρασιάτες ή Ουκρανοί σήμερα) και ανεπιθύμητους ή επικίνδυνους (Άραβες, Ασιάτες κ.λπ.).
Κοντά σε αυτήν την προσέγγιση, βρίσκει έδαφος το εθνικιστικό αφήγημα, το οποίο διατηρεί ακέραιο τον αλυτρωτισμό και δείχνει αυτούς που κατέσφαξαν τους Έλληνες της Μικράς Ασίας υπενθυμίζοντας ότι είναι οι πρόγονοι του Ερντογάν, ο οποίος έχει τους ίδιους σκοπούς απέναντι στην Ελλάδα σήμερα. Όχι τυχαία, το ίδιο αφήγημα υπάρχει και στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, όπου ο Ερντογάν υπενθυμίζει τις βιαιότητες του ελληνικού στρατού, αλλά, βέβαια, και την περήφανη νίκη της Τουρκίας, την οποία είναι έτοιμη να επαναλάβει απέναντι σε οποιονδήποτε που θα επιβουλευτεί τα εδάφη της ή τις ΑΟΖ της!
Τέλος, υπάρχει και η πιο πολιτική και επιστημονική προσέγγιση, η οποία, με διάφορες παραλλαγές, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κακό θα είχε αποφευχθεί αν είχε παραμείνει ο Βενιζέλος στην εξουσία. Γιατί εκείνος είχε και την ικανότητα, και τις σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις, αλλά κυρίως την πολιτική θέση και βούληση να δημιουργήσει μια Ελλάδα ανοιχτή σε συμμαχίες και διεθνείς συνεργασίες και όχι την απομονωμένη …ψωροκώσταινα, στην οποία αρκούνταν οι βασιλικοί αντίπαλοί του. Η άποψη αυτή πετυχαίνει δυο στόχους: Ο πρώτος είναι να συσκοτίσει τις πραγματικές αιτίες της καταστροφής και να δώσει συγχωροχάρτι στους υπεύθυνους, οι οποίοι δεν είναι παρά οι πρόγονοι των σημερινών ασκούντων την εξουσία μέσα και έξω από τη χώρα. Και ο δεύτερος, να εκθειάσει την πολιτική της εξάρτησης, απέναντι σε μια πολιτική που δήθεν αναζητούσε μια αυτόνομη πορεία (η λέξη «ανεξάρτητη» εσκεμμένα δεν χρησιμοποιείται). Με τον τρόπο αυτό, αιτιολογείται μια ολόκληρη πορεία της άρχουσας τάξης από τότε (και νωρίτερα) μέχρι σήμερα και ξεκαθαρίζεται πως η επιλογή αυτή είναι αναμφισβήτητος μονόδρομος.
Η συλλογική προσπάθεια που έγινε για το βιβλίο «Στους δρόμους του πολέμου και της καταστροφής» επιχειρεί να απαντήσει σε αυτές τις απόψεις και σε άλλες που κυκλοφορούν πάνω στο ζήτημα. Ο στόχος δεν είναι να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια, αν και αναπόφευκτα αγγίζει και αυτήν την πλευρά. Το βιβλίο είναι κατά βάση πολιτικό, επιχειρεί μια πολιτική αποτίμηση της περιόδου και των γεγονότων και φιλοδοξεί να συμβάλλει στην σύνδεσή τους με το σήμερα, από την πλευρά όμως των λαών και των πραγματικών συμφερόντων τους, που είναι αντίθετα τον εθνικισμό και τη μισαλλοδοξία. Γιατί είναι βέβαιο πως η περίοδος εκείνη είναι πολύ διδακτική πάνω σε τέτοια ζητήματα, που είναι ακόμα επίκαιρα.
Η έκδοση περιλαμβάνει 15 κείμενα που καλύπτουν αρκετές πλευρές των γεγονότων. Τις πολιτικές και πολεμικές εξελίξεις, τους μύθους και τις αλήθειες, τόσο πριν, όσο και μετά το ’22, το πρωτοφανές προσφυγικό κύμα, την ανταλλαγή πληθυσμών και τους μη ανταλλάξιμους, τη στάση της Σοβιετικής Ρωσίας, το αντιπολεμικό κίνημα και το κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών, αλλά και την επίδραση της Μικρασιατικής Καταστροφής στη λογοτεχνία. Επίσης, βιωματικές αφηγήσεις απογόνων προσφύγων από την Τούμπα, την Ευκαρπία και τα Χανιά και μια μελέτη πάνω στους εργάτες πρόσφυγες της Νέας Ιωνίας. Τέλος, μια τοποθέτηση του ΚΚ Τουρκίας Μ/Λ πάνω στην ανάπτυξη του κεμαλισμού. Την έκδοση συμπληρώνουν δυο παρατήματα, ένα χρονολόγιο των βασικών γεγονότων και ορισμένα κείμενα της εποχής, και αρκετό φωτογραφικό υλικό.
Επιγραμματικά, υπάρχει η προσέγγιση που μένει στο δράμα των προσφύγων (συνήθως μόνο των Ελλήνων, όχι των τουρκομουσουλμάνων), χωρίς να αγγίζει τους λόγους για τους οποίους ξεριζώθηκαν σχεδόν δυο εκατομμύρια άνθρωποι και έγιναν αντικείμενο εκμετάλλευσης στις νέες τους πατρίδες. Αρκετές φορές εκφράζεται ένας επιλεκτικός ανθρωπισμός, που ξεχωρίζει τους πρόσφυγες σε αποδεκτούς (Μικρασιάτες ή Ουκρανοί σήμερα) και ανεπιθύμητους ή επικίνδυνους (Άραβες, Ασιάτες κ.λπ.).
Κοντά σε αυτήν την προσέγγιση, βρίσκει έδαφος το εθνικιστικό αφήγημα, το οποίο διατηρεί ακέραιο τον αλυτρωτισμό και δείχνει αυτούς που κατέσφαξαν τους Έλληνες της Μικράς Ασίας υπενθυμίζοντας ότι είναι οι πρόγονοι του Ερντογάν, ο οποίος έχει τους ίδιους σκοπούς απέναντι στην Ελλάδα σήμερα. Όχι τυχαία, το ίδιο αφήγημα υπάρχει και στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου, όπου ο Ερντογάν υπενθυμίζει τις βιαιότητες του ελληνικού στρατού, αλλά, βέβαια, και την περήφανη νίκη της Τουρκίας, την οποία είναι έτοιμη να επαναλάβει απέναντι σε οποιονδήποτε που θα επιβουλευτεί τα εδάφη της ή τις ΑΟΖ της!
Τέλος, υπάρχει και η πιο πολιτική και επιστημονική προσέγγιση, η οποία, με διάφορες παραλλαγές, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κακό θα είχε αποφευχθεί αν είχε παραμείνει ο Βενιζέλος στην εξουσία. Γιατί εκείνος είχε και την ικανότητα, και τις σχέσεις με τις μεγάλες δυνάμεις, αλλά κυρίως την πολιτική θέση και βούληση να δημιουργήσει μια Ελλάδα ανοιχτή σε συμμαχίες και διεθνείς συνεργασίες και όχι την απομονωμένη …ψωροκώσταινα, στην οποία αρκούνταν οι βασιλικοί αντίπαλοί του. Η άποψη αυτή πετυχαίνει δυο στόχους: Ο πρώτος είναι να συσκοτίσει τις πραγματικές αιτίες της καταστροφής και να δώσει συγχωροχάρτι στους υπεύθυνους, οι οποίοι δεν είναι παρά οι πρόγονοι των σημερινών ασκούντων την εξουσία μέσα και έξω από τη χώρα. Και ο δεύτερος, να εκθειάσει την πολιτική της εξάρτησης, απέναντι σε μια πολιτική που δήθεν αναζητούσε μια αυτόνομη πορεία (η λέξη «ανεξάρτητη» εσκεμμένα δεν χρησιμοποιείται). Με τον τρόπο αυτό, αιτιολογείται μια ολόκληρη πορεία της άρχουσας τάξης από τότε (και νωρίτερα) μέχρι σήμερα και ξεκαθαρίζεται πως η επιλογή αυτή είναι αναμφισβήτητος μονόδρομος.
Η συλλογική προσπάθεια που έγινε για το βιβλίο «Στους δρόμους του πολέμου και της καταστροφής» επιχειρεί να απαντήσει σε αυτές τις απόψεις και σε άλλες που κυκλοφορούν πάνω στο ζήτημα. Ο στόχος δεν είναι να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια, αν και αναπόφευκτα αγγίζει και αυτήν την πλευρά. Το βιβλίο είναι κατά βάση πολιτικό, επιχειρεί μια πολιτική αποτίμηση της περιόδου και των γεγονότων και φιλοδοξεί να συμβάλλει στην σύνδεσή τους με το σήμερα, από την πλευρά όμως των λαών και των πραγματικών συμφερόντων τους, που είναι αντίθετα τον εθνικισμό και τη μισαλλοδοξία. Γιατί είναι βέβαιο πως η περίοδος εκείνη είναι πολύ διδακτική πάνω σε τέτοια ζητήματα, που είναι ακόμα επίκαιρα.
Η έκδοση περιλαμβάνει 15 κείμενα που καλύπτουν αρκετές πλευρές των γεγονότων. Τις πολιτικές και πολεμικές εξελίξεις, τους μύθους και τις αλήθειες, τόσο πριν, όσο και μετά το ’22, το πρωτοφανές προσφυγικό κύμα, την ανταλλαγή πληθυσμών και τους μη ανταλλάξιμους, τη στάση της Σοβιετικής Ρωσίας, το αντιπολεμικό κίνημα και το κίνημα των Παλαιών Πολεμιστών, αλλά και την επίδραση της Μικρασιατικής Καταστροφής στη λογοτεχνία. Επίσης, βιωματικές αφηγήσεις απογόνων προσφύγων από την Τούμπα, την Ευκαρπία και τα Χανιά και μια μελέτη πάνω στους εργάτες πρόσφυγες της Νέας Ιωνίας. Τέλος, μια τοποθέτηση του ΚΚ Τουρκίας Μ/Λ πάνω στην ανάπτυξη του κεμαλισμού. Την έκδοση συμπληρώνουν δυο παρατήματα, ένα χρονολόγιο των βασικών γεγονότων και ορισμένα κείμενα της εποχής, και αρκετό φωτογραφικό υλικό.
Κεντρική διάθεση: Αθήνα: Βιβλιοπωλείο «Εκτός των Τειχών»,
Γραβιάς 10-12
Καρδίτσα: 6976688241
Καρδίτσα: 6976688241
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου