για επικοινωνία: aristerastikarditsa@gmail.com

για επικοινωνία: aristerastikarditsa@gmail.com

αριστερά στην Καρδίτσα | facebook

Τρίτη 10 Ιουλίου 2018

βιβλιοπαρουσίαση: Η εθνική συγκρότηση στα Βαλκάνια και το λεγόμενο "Μακεδονικό Ζήτημα"

Με αφορμή την αναθέρμανση της συζήτησης γύρω από το λεγόμενο «μακεδονικό ζήτημα» (σήμερα μάλιστα γίνεται και εκδήλωση στο Παυσίλυπο με ομιλητή τον γνωστό και μη εξαιρετέο «μακεδονομάχο» Ν.Λυγερό η οποία διοργανώνεται από «αυθόρμητη» Κίνηση Πολιτών που εσχάτως μας προέκυψε και στην Καρδίτσα…), αξίζει να αναφερθούμε στο βιβλίο του Δημήτρη Μάνου με τον τίτλο Η εθνική συγκρότηση στα Βαλκάνια και το λεγόμενο "Μακεδονικό Ζήτημα" που κυκλοφόρησε αυτή τη βδομάδα από τις εκδόσεις Εκτός των τειχών (διατίθεται στο “Χώρος Αριστερά” και στο τηλ.6976688241).
Στο βιβλίο περιλαμβάνονται κείμενα του συγγραφέα που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Προλεταριακή Σημαία και το περιοδικό ‘Έναυσμα όταν το ζήτημα ξεκινούσε να αναδεικνύεται με τον τρόπο που συνεχίζουμε να το βιώνουμε σήμερα. Και παρ' ότι έχουν περάσει περισσότερα από είκοσι χρόνια, τα κείμενα παραμένουν εξίσου επίκαιρα και χρήσιμα.
Στη συνέχεια δημοσιεύουμε την εισαγωγή του βιβλίου:

Από τότε που γράφτηκαν τα κείμενα της έκδοσης έχουν περάσει εικοσιπέντε χρόνια περίπου. Τα κείμενα δεν πρόλαβαν την πιο μεγάλη εξέλιξη στον γεωγραφικό τόπο στον οποίο σε σημαντικό βαθμό αναφέρονται: την ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία και τους ευρωνατοϊκούς βομβαρδισμούς ενάντια στον σέρβικο λαό και τη χώρα του· την εσωτερική αμφισβήτηση -από τους Αλβανούς- της εθνικής συγκρότησης της FYROM και τις εμφύλιες ένοπλες συγκρούσεις που κατέληξαν στον γνωστό συμβιβασμό της Οχρίδας, με τη σφραγίδα του ιμπεριαλισμού. 
Μεσολάβησε, ακόμα, η ιμπεριαλιστική επέμβαση και κατοχή του Ιράκ με ό,τι επακολούθησε (αντιπολεμικό κίνημα, ιρακινή αντίσταση, εκτροπή αυτής της αντίστασης και κατοχικό χάος), στη συνέχεια η αραβική «άνοιξη», οι λαϊκές εξεγέρσεις, αλλά και οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις σε Λιβύη και Συρία, που συνεχίζονται αναταράσσοντας τις γεωπολιτικές ισορροπίες της περιοχής και διαλύοντας χώρες, φέρνοντας πιο κοντά το ενδεχόμενο μεγαλύτερων περιφερειακών και παγκόσμιων πολέμων.
Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο που ήταν ζητούμενο εκείνη την περίοδο αφορά στη συγκρότηση του ρώσικου ιμπεριαλισμού και την επανεμφάνισή του στην περιοχή, αλλά και στην ιμπεριαλιστική αναβάθμιση της Κίνας από τον περιορισμένο ρόλο περιφερειακής δύναμης. Τα μέτωπα αντιπαράθεσης με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό (Γεωργία, αλλά κυρίως Ουκρανία και Συρία) έθεσαν στο επίκεντρο τα ζητήματα των συνόρων και το τι σημαίνει να «υιοθετείται» το σύνθημα της αυτοδιάθεσης από τους ιμπεριαλιστές. Σε αυτήν την κατεύθυνση, η σύλληψη και κατάληξη του Οτσαλάν (που έφτασε από κρατούμενος του τούρκικου κράτος να γίνει συνομιλητής του, μέχρι τουλάχιστον τα γεγονότα που προκάλεσε η ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Συρία) και του κουρδικού κινήματος, αλλά και η συμμαχία του κουρδικού ένοπλου κινήματος στη Συρία με τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, κατέδειξαν ένα σημαντικό ζήτημα: Σε συνθήκες όξυνσης του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και ανυπαρξίας κομμουνιστικού κινήματος που θα τοποθετούσε τα λεγόμενα «εθνικά ζητήματα» σε ένα άλλο απελευθερωτικό πλάνο και καμβά, οι κομμουνιστές πρέπει να είναι διπλά προσεκτικοί και ακριβολόγοι όταν αναφέρονται σε όρους όπως αυτοδιάθεση, ανεξαρτησία κ.λπ. 
Πολύ περισσότερο όταν στο εσωτερικό η αντιλαϊκή επίθεση των συνεχόμενων μνημονίων και η αδυναμία του αριστερού λαϊκού κινήματος (ή, καλύτερα, η ανυπαρξία του) να δώσει και να εμπνεύσει μία άλλη προοπτική έχουν οδηγήσει λαϊκά στρώματα (και όχι κατ’ ανάγκη μικροαστικά) να βρίσκουν στέγη και λανθάνουσα έκφραση στις διάφορες πολιτικές εκδοχές της αστικής δυσαρέσκειας απέναντι στην πίεση του ιμπεριαλισμού που εκπροσωπείται από ποικίλα πατριωτικά και εθνικά μέτωπα, «αριστερούς» εθνικισμούς, μέχρι και ανοιχτά αντιδραστικά και φασιστικά μορφώματα.
Συνεπώς, από τη συχνή αναφορά των κειμένων στο ζήτημα της «εθνικής ανεξαρτησίας» πρέπει να κρατήσουμε την ουσία: την ανάγκη, δηλαδή, της ιστορικής πορείας του λαού και της χώρας μας ανεξάρτητα από τον ιμπεριαλισμό, με κατεύθυνση τη σοσιαλιστική οικοδόμηση· την ανάγκη να έχει η κατάκτηση της ανεξαρτησίας κοινωνική απελευθερωτική προοπτική και όχι ένα θολό, εθνικό ή πατριωτικό, πρόσημο. 
Σταθερή και χωρίς τροποποίηση παραμένει η θέση γι’ αυτούς που -είτε συνειδητά είτε λανθασμένα- συγχέουν την πολιτική με την Ιστορία, τη σημερινή συνοριακή γεωγραφία με την ιστορική γεωγραφία της περιοχής. Και από αυτήν την άποψη, το λεγόμενο μακεδονικό ζήτημα -σύμφωνα με τις θέσεις που εκτίθενται εδώ- δεν υπάρχει ως τέτοιο. 
Η γεωγραφική και ιστορική -στο διάβα των αιώνων- περιοχή της Μακεδονίας είναι σήμερα τριχοτομημένη και περιλαμβάνεται ανάμεσα στα σύνορα τριών χωρών των Βαλκανίων. Με μία έννοια, λοιπόν, η ιστορική εξέλιξη απάντησε στο «μακεδονικό παράδοξο» τριχοτομώντας εθνικά τον ιστορικό-γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Παράδοξο που εκφράζεται χαρακτηριστικά στο πρόσωπο του μακεδονομάχου Κόττα (άλλαξε τρεις φορές εθνικό στρατόπεδο), αρχικού υποστηρικτή της εξέγερσης του Ίλιντεν και εκτελεστή (κατόπιν, και καθώς διαγραφόταν η ήττα της) του βασικού της ηγέτη, πριν πέσει και ο ίδιος θύμα του μητροπολίτη Καραβαγγέλη! Αυτός ο ιστορικός τυχοδιωκτισμός (δικαιολογημένος και εξηγήσιμος για εκείνη την εποχή που διαμορφώνονταν τα σύνορα των κατοπινών εθνικών Βαλκανικών κρατών) δεν έχει καμία δικαιολογία και δεν τυγχάνει ουδεμίας... συγχώρεσης τη σημερινή εποχή. 
Όποιος σήμερα θέτει ζητήματα ιδιοκτησίας επί του συνόλου του ιστορικογεωγραφικού χώρου της Μακεδονίας (είτε με το καθ’ ημάς «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική» είτε με τους αλυτρωτισμούς για πρόσβαση στο... Αιγαίο που δεν προέρχονται μόνο από την πρώην FYROM) δεν είναι απλά ένας ανόητος πολεμοκάπηλος, αλλά και «χρήσιμος ηλίθιος» που εξυπηρετεί τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό: τη σύγκρουση του αμερικάνικου με τον ρώσικο ιμπεριαλισμό, κατά βάση, αλλά και την εμπλοκή των Ευρωπαίων σε διάφορα επίπεδα. Αυτός ο ανταγωνισμός, που χαράζει εκ νέου με το αίμα των λαών τα σύνορα των χωρών (κομμάτι του οποίου είναι και η διένεξη ή και το ακριβώς αντίθετό της, η συμφωνία για το... όνομα) και που από τα δυτικά Βαλκάνια αγκαλιάζει και εκτείνεται σε όλη την περιοχή των Βαλκανίων, είναι που πραγματικά απειλεί την εδαφική ακεραιότητα των τριών χωρών που μοιράζονται σήμερα τον ιστορικογεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας. Kαι πρώτ’ απ’ όλα την υπόσταση της πρώην FYROM, αφού επανειλημμένα από τους τρεις «εγγυητές» των συνόρων της και γείτονες (Βουλγαρία, Ελλάδα, Αλβανία) έχουν εκφραστεί ορέξεις και σχέδια κομματιάσματος του «μορφώματος». Καθώς αποτελεί το πρώτο αναλώσιμο «υλικό», αν ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός σαλπίσει το ξαναμοίρασμα των συνόρων στα Βαλκάνια με το «τελευταίο επιχείρημα των Βασιλιάδων»: τα κανόνια του πολέμου.
Καμία επίκληση -τέτοιων ή αλλιώτικων- αλυτρωτικών εθνικών αφηγημάτων στη γείτονα χώρα δεν μπορεί να αφαιρέσει το δικαίωμα ενός λαού (που το έχει... ασκήσει για πενήντα συναπτά χρόνια) να υπάρχει, να έχει τη γλώσσα που αυτός επέλεξε, τη γραμματεία και τις εθνικές παραδόσεις που αυτός επικαλείται. Φορτωμένες, ίσως, με παρεμβάσεις, επιλογές ακόμα και τεχνητές παρεμβολές που δεν λείπουν από την εθνική ιστοριογραφία και γραμματεία όλων των Βαλκανικών λαών (στην Ελλάδα μέχρι το 1976 η γλώσσα του λαού δεν ήταν η επίσημη γλώσσα του κράτους!). Δεν δικαιολογεί την παραμικρή ταύτιση με το εσμό των φασιστικών και σοβινιστικών φωνών, την ιδεολογική υποχώρηση σε ένα κλίμα «μη σκέψης» που απλώνεται και σε πλατύτερα λαϊκά στρώματα μέσα στην αντιδραστικό τροπή των εξελίξεων. Δεν νομιμοποιεί την έκφραση ενός σοσιαλπατριωτισμού νέας κοπής, προκειμένου να φανούν οι κομμουνιστές ως συμβατοί με το γράμμα και, κυρίως, το πνεύμα μιας δήθεν εθνικά υπεύθυνης δύναμης. Ο κίνδυνος -και αυτό πρέπει να ακουστεί όσο πιο καθαρά γίνεται!- δεν προέρχεται από τον αλυτρωτισμό (που δεν είναι μόνο σλαβομακεδόνικος, αλλά και βουλγάρικος, μην το ξεχνάμε αυτό) αλλά από τον ιμπεριαλισμό και το πώς θα επιλέξει να χρησιμοποιήσει τους χρήσιμα απαλλοτριωμένους από σκέψη και βούληση ηλίθιους για το επόμενο -βαλκανικό, περιφερειακό ή ακόμα και παγκόσμιο- νέο ματοκύλισμα. 
Όσον αφορά το κείμενο για τις εθνικές συγκροτήσεις από την εφημερίδα «Προλεταριακή Σημαία», στο κομμάτι που καταπιάνεται με το παράδειγμα της ΕΣΣΔ, και με βάση συζητήσεις και εκδόσεις που έγιναν στο πλαίσιο των 100 χρόνων από την επανάσταση του ’17, επιβεβαιώνεται και πάλι το τι σήμαινε για τις συγκροτήσεις των εθνών, εθνικών μειονοτήτων και λαοτήτων αυτής της μεγάλης γεωγραφικής επικράτειας η ύπαρξη του σοσιαλιστικού-κομμουνιστικού απελευθερωτικού πλαισίου. 
Βέβαια, υπάρχει χώρος και μπορεί να διεξαχθεί μία συζήτηση για ενδεχόμενες βολονταριστικές υπερβάσεις της μπολσεβίκικης ηγεσίας υπέρ της εθνικής αυτοδιάθεσης προκειμένου να αντιπαρατεθεί και να απαντήσει σε μεγαλορώσικες τάσεις που υπήρχαν από τότε. Αλλά και να απαντήσει στη «λευκή» διείσδυση και στην αδυναμία εδραίωσης της σοβιετικής εξουσίας, άρα και στον κίνδυνο εδαφικής απώλειας όπως στην Ουκρανία. Τέτοιες υπερβάσεις διορθώθηκαν σε σημαντικό βαθμό με τις αποφάσεις του 1933 που περιόρισαν τις εκτάσεις και επεκτάσεις των εθνικών δημοκρατιών, εθνικών μειονοτήτων και των αυτόνομων εθνικά περιοχών που με πλεονασματικό τρόπο είχαν καθοριστεί και αποδοθεί το 1925. Θα μπορούσε π.χ. η Ουκρανία να αποτελέσει μέρος αυτού του προβληματισμού; Μεγάλη συζήτηση…
Τέλος, σε μία εποχή που επιστρέφουν οι «μακεδονολόγοι» κάθε είδους, η επανέκδοση των κειμένων δεν πρόκειται να αναιρέσει ούτε... τελίτσα για τις θέσεις, τη συνεισφορά (ταυτόχρονα διεθνιστική και εθνική) του κομμουνιστικού κινήματος στο λεγόμενο μακεδονικό ζήτημα διαχρονικά. Ειδικά, μάλιστα, την περίοδο της τριπλής εθνικής κατοχής (γερμανικής, ιταλικής, βουλγαρικής) και τριχοτόμησης της ελληνικής Μακεδονίας. 
Η μεγαλύτερη μαζική αντικατοχική διαδήλωση σε όλη την κατεχόμενη Ευρώπη, με αρκετά θύματα νέους και νέες της ΕΠΟΝ, ήταν εκείνη που απότρεψε την προσάρτηση του βουλγαροκρατούμενου τμήματος της ελληνικής Μακεδονίας στο βουλγάρικο μοναρχοφασιστικό καθεστώς. 
Φυσικά και πρέπει αυτά τα στοιχεία να εμπλουτιστούν, να ενισχυθούν και ενδεχομένως να τροποποιηθούν -αν είναι ανάγκη- από μία συνολικότερη και συλλογικότερη μελέτη και συζήτηση (υπεράσπισης, αλλά… και κριτικής αποτίμησης) της συνεισφοράς του κομμουνιστικού κινήματος στην ιστορία της χώρας μας, η οποία πρέπει να ξεκινήσει με αφορμή τα 100 χρόνια της ιστορικής του παρουσίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου