![]() |
Βασίλης Πεσλής (1952-1967) |
Από τα ξημερώματα της
21 Απρίλη 1967, τα ραδιόφωνα έπαιζαν μονότονα στρατιωτικά εμβατήρια
και επαναλάμβαναν συνεχώς τα “αποφασίζομεν
και διατάσσομεν” των πραξικοπηματιών. Επιβάλλεται-μεταξύ άλλων-
απαγόρευση κυκλοφορίας “πάσης φύσεως οχημάτων και πεζών” ενώ “πας κυκλοφορών
εις τας οδούς θα πυροβολείται άνευ προειδοποιήσεως”. Ο καρδιτσιώτης Βασίλης
Πεσλής, δεκαπέντε ετών τότε, καταγράφεται ως το πρώτο εξακριβωμένο θύμα της
δικτατορίας των συνταγματαρχών. Ο θάνατός του επήλθε από βολή πυροβόλου όπλου τα
ξημερώματα της 21ης Απρίλη του 1967, στην Αθήνα. Δολοφονήθηκε περίπου στις 7:10
π.μ., στην Πλατεία Αττικής, από τον τότε λοχία Λυμπέρη Ανδρικόπουλο, με ευθεία
βολή στο κεφάλι.
Ο Βασίλης Πεσλής
γεννήθηκε τον Μάιο του 1952 και ήταν γιός του τσαγκάρη Σεραφείμ Πεσλή που
κατάγονταν από το Μουζάκι Καρδίτσας και της Ανδρονίκης Κεραμιδιάρη από το
Σταυρό Μυτιλήνης. Είχε πέντε μεγαλύτερες αδελφές, την Ευαγγελία, τη
Μαρία-Αικατερίνη, την Αγορίτσα-Αθανασία, τη Δέσποινα και τη Μαρίνα. Η
οικογένεια διέμενε στην οδό Αλκαμένους στην Αθήνα και ο Βασίλης φοιτούσε στο
ιδιωτικό σχολείο Χατζηδάκη, απ’ όπου όμως σταμάτησε και ο πατέρας του τον
έστειλε να εργαστεί σ’ έναν πελάτη του στο Μοναστηράκι που ασχολούνταν με
υφάσματα.
Εκείνη τη μέρα και μη
γνωρίζοντας για το πραξικόπημα, ο Βασίλης ξεκίνησε για τη δουλειά του περίπου
στις 6:45 π.μ. Πριν τη δουλειά θα πήγαινε περπατώντας στο πρακτορείο
υπεραστικών λεωφορείων (τα πρακτορεία των ΚΤΕΛ ήταν τότε στην οδό Ψαρών, κοντά
στη Πλατεία Καραϊσκάκη) για να βγάλει εισιτήρια για τα Τρίκαλα, για να περάσουν
τις μέρες του Πάσχα οικογενειακώς με συγγενείς.
Στο βιβλίο του Δ.
Βεριώνη «Θάνατοι στη Χούντα» καταγράφεται η διήγηση της Αθανασίας Πεσλή,
αδελφής του Βασίλη: “Όταν ο Βασίλης
έφτασε στην Πλατεία Αττικής, ο λοχίας Ανδρικόπουλος απαγόρευε τον κόσμο να
προχωρήσει. (…) Ο Βασίλης ξέφυγε απ’ όλους, γιατί αν έπαιρνε από κάτω την
Πλατεία Αττικής θα έβγαινε στην Ψαρών (σ.σ. στα ΚΤΕΛ). Ο λοχίας, μόλις τον είδε
ότι ξέφυγε, τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Είχε πέσει σ’ ένα δένδρο στην Εθνική
Τράπεζα που ήταν εκεί. Ο θάνατος ήταν ακαριαίος”. Στο Ληξιαρχείο του Δήμου
Αθηναίων έχει καταγραφεί ότι ο θάνατος